μαγερ-

μαγερ-
см. μαγειρ\

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "μαγερ-" в других словарях:

  • Μάγερ, Κόνραντ Φέρντιναντ — (Konrad Ferdinand Meyer, Ζυρίχη 1825 – Κίλχμπεργκ 1898). Ελβετός γερμανόφωνος συγγραφέας. Καταγόμενος από εύπορη οικογένεια, διέκοψε τις νομικές σπουδές του για να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη λογοτεχνία και στην ιστορία. Έπειτα από μερικά ταξίδια… …   Dictionary of Greek

  • Μάγερ φον Κνόναου, Γκέρχολντ — (Gerold Meyer von Knonau, Ζυρίχη 1843 – 1931). Ελβετός ιστορικός. Διετέλεσε καθηγητής της ιστορίας (1870 1920) και πρύτανης (1896 98) του πανεπιστημίου της Ζυρίχης, καθώς και πρόεδρος της γενικής ελβετικής εταιρείας της ιστορίας (1894 1921).… …   Dictionary of Greek

  • Μάγερ, Άρνολντ Όσκαρ — (Arnold Oscar Meyer, Μπρεσλάου 1877 – 1944). Γερμανός ιστορικός. Αφού εργάστηκε για αρκετό διάστημα στο πρωσικό Ιστορικό Ινστιτούτο της Ρώμης (1903 08), δίδαξε κατόπιν στα πανεπιστήμια του Ροστόκ (1910), του Κιέλου (1915) του Γκέτινγκεν (1922)… …   Dictionary of Greek

  • Μάγερ, Βίκτορ — (Victor Meyer, Βερολίνο 1848 – 1897). Γερμανός χημικός και πανεπιστημιακός. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης –λαμβάνοντας διδακτορικό τίτλο σε ηλικία μόλις 18 ετών– και ξεκίνησε έρευνα σχετικά με τη σύνθεση της καμφοράς. Το 1871… …   Dictionary of Greek

  • Μάγερ, Γιούλιους Λόταρ — (Julius Lothar Meyer, Φάρελ, Όλντενμπουργκ 1830 – Τίμπινγκεν 1895). Γερμανός χημικός και πανεπιστημιακός. Σπούδασε ιατρική στη Ζυρίχη και στο Βίρτσμπουργκ, αλλά ασχολήθηκε με τη χημεία την οποία δίδαξε στη δασοκομική σχολή του Έμπερσβαλντ και… …   Dictionary of Greek

  • Μάγερ, Γιούλιους Ρόμπερτ φον- — (Julius Robert von Mayer, Χάιλμπρον 1814 – 1878). Γερμανός φυσικός. Σπούδασε ιατρική στο Τίμπινγκεν και άσκησε το επάγγελμα του γιατρού· οι εργασίες του σχετικά με τη θερμοδυναμική στηρίχτηκαν σε παρατηρήσεις του επί του ανθρώπινου σώματος και,… …   Dictionary of Greek

  • Μάγερ, Γιόχαν Γιάκομπ — (Johann Jacob Mayer, Ζυρίχη 1798 – Μεσολόγγι 1826). Ελβετός γιατρός και δημοσιογράφος. Ενθουσιώδης φιλέλληνας ήρθε στην Ελλάδα, μόλις ξέσπασε η Επανάσταση του 1821, και εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι, όπου προσέφερε πολύτιμες υπηρεσίες ως γιατρός… …   Dictionary of Greek

  • Μάγερ, Γιόχαν Τομπίας — (Johann Tobias Mayer, Μάρμπαχ, Βυρτεμβέργη 1723 – Γκέτινγκεν 1762). Γερμανός αστρονόμος, μαθηματικός και πανεπιστημιακός. Έγινε διάσημος για τις σεληνογραφικές του μελέτες, καθώς και για τους χάρτες της Σελήνης και του Ήλιου που σχεδίασε. Οι… …   Dictionary of Greek

  • Μάγερ, Έντουαρντ — (Eduard Meyer, 1855 – 1930). Γερμανός ιστορικός, πανεπιστημιακός και ακαδημαϊκός. Σπούδασε φιλολογία και αρχαιολογία και το 1879 έγινε υφηγητής της αρχαίας ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Λειψίας. Διετέλεσε καθηγητής των πανεπιστημίων Μπρεσλάου,… …   Dictionary of Greek

  • Μάγερ, Ερνστ — I (Ernst Mayer, 1847 – Δρέσδη 1916). Γερμανός χημικός και πανεπιστημιακός. Διετέλεσε καθηγητής της οργανικής χημείας στο πολυτεχνείο της Δρέσδης. Έγραψε πολυάριθμες μελέτες (για τα νιτρίλια, τις αρωματικές αμίνες, τη φαινόλη, τη ναφθόλη κ.ά.) και …   Dictionary of Greek

  • Μάγερ, Καρλ — (Carl Mayer, Γκρατς, Αυστρία 1894 – Λονδίνο 1944). Γερμανός σεναριογράφος του κινηματογράφου, αυστριακής καταγωγής. Ο Μ. είναι μία από τις πιο αντιπροσωπευτικές προσωπικότητες της χρυσής περιόδου του γερμανικού κινηματογράφου. Το όνομά του είναι… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»